Συμπεράσματα και διαπιστώσεις της ημερίδας: “η Θεσσαλονίκη διεθνές κέντρο εκπαίδευσης”

Ενδιαφέροντα και ουσιώδη συμπεράσματα προέκυψαν από την Ημερίδα που διοργάνωσε ο Δήμος Θεσσαλονίκης  με θέμα  «Η Θεσσαλονίκη Διεθνές Κέντρο Εκπαίδευσης» στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Νεολαίας και σε συνεργασία με το Βρετανικό Συμβούλιο, το Δίκτυο Ναβαρίνο και το Europe Direct. 

Στην σημαντική παράμετρο της συμβολής της διεθνοποίησης της τριτοβάθμιας παιδείας στην εξωστρέφεια της νεολαίας της Θεσσαλονίκης αναφέρθηκε στον χαιρετισμό του ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, σημειώνοντας «το πόσο σημαντικό είναι να συναναστραφείς, να σπουδάσεις, στην νεότητα σου με παιδιά από το εξωτερικό, είτε από τις γειτονικές μας χώρες, είτε από τις εσχατιές της γης. Σημαντικό, για να μπορέσεις να γίνεις πολίτης αυτού του κόσμου άρα και πολίτης μια μεγάλης πόλης που εξαρτάται από τον κόσμο.  Σημαντικό, γιατί, όσο έχεις τον κόσμο στην πόλη σου, δεν θα αναγκαστείς να αφήσεις την πόλη σου για τον κόσμο».

Κατά τη διάρκεια των εργασιών μεταξύ άλλων διαπιστώθηκε η εκρηκτική ανάπτυξη του αριθμού των σπουδαστών που φοιτούν στο εξωτερικό παγκοσμίως (1.9 εκ. το 2000, 3 εκ το 2007 και 4.3 εκ το 2011) γεγονός που σύμφωνα με τελευταία στοιχεία  στην Μεγάλη Βρετανία για παράδειγμα μεταφράζεται σε 17 δις λίρες δαπάνες από αλλοδαπούς φοιτητές ετησίως. Επιπλέον αναδείχθηκε η συνεισφορά που μπορεί να έχει μια διεθνώς ανταγωνιστική ελληνική τριτοβάθμια παιδεία στην οικονομία της χώρας. Συγκεκριμένα, και με βάση τις τοποθετήσεις των ομιλητών, εάν η Ελλάδα κατάφερνε να κατακτήσει τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ -αντί να είναι πρωταθλητής στην εξαγωγή Ελλήνων φοιτητών σε τρίτες χώρες και ουραγός στην προσέλκυση αλλοδαπών φοιτητών στην Ελλάδα-  η ωφέλεια για την εθνική οικονομία θα ανέρχονταν περίπου στο ένα δις ευρώ. 

Για την Θεσσαλονίκη αυτό θα σήμαινε, όπως ανάφερε ο Αντιδήμαρχος Οικονομικών και Επιχειρηματικότητας και Απασχόλησης Χασδάι Καπόν, «άμεσο όφελος για την οικονομία της πόλης περίπου της τάξης των 100 εκ Ευρώ. Ένα τέτοιο επίτευγμα θα σημάνει τόνωση της απασχόλησης και του εισοδήματος σε ευρύ φάσμα εργαζομένων, στο σύνολο του μητροπολιτικού συγκροτήματος. Η εκπαίδευση είναι μια δραστηριότητα εντάσεως εργασίας και συμπεριλαμβάνει διδακτικό προσωπικό που έχει μετεκπαιδευθεί στο εξωτερικό, διοικητικό προσωπικό,  προσωπικό καθαριότητας, συντήρησης κτιρίων κλπ. Σχετίζεται επίσης, όπως ο τουρισμός, με την κτηματαγορά, με το λιανεμπόριο και με την εστίαση και διασκέδαση».     

Κοινή διαπίστωση των ομιλητών ήταν ότι η Θεσσαλονίκη έχει όλα τα συστατικά στοιχεία για να καταστεί διεθνές κέντρο εκπαίδευσης:

  • τεράστιο πολιτιστικό απόθεμα,
  • προνομιακή γεωγραφική θέση,
  • κρίσιμη μάζα δημόσιων  και ιδιωτικών εκπαιδευτικών οργανισμών και
  • ελκυστικό τρόπο ζωής. 

Τα εμπόδια στην επίτευξη αυτού του στόχου εντοπίσθηκαν να ταλαιπωρούν ως επί το πλείστον τα δημόσια πανεπιστήμια, αλλά όχι μόνον αυτά, ενώ έχουν επίσης να κάνουν με τη χρονοβόρα εγκριτική διαδικασία για την ανάπτυξη προγραμμάτων σπουδών που μπορούν να προσελκύσουν αλλοδαπούς φοιτητές και με τη γενικότερη διοικητική και οικονομική δυσπραγία του δημόσιου πανεπιστημίου. Για τα δε κολλέγια αναδείχθηκε η έλλειψη υποστήριξης από τις Ελληνικές Προξενικές αλλά και Κανονιστικές Αρχές, που λειτουργεί ανασταλτικά στην προσέλκυση αλλοδαπών φοιτητών, σε συνδυασμό με τη χρονοβόρα όσο και άκρως δυσάρεστη διαδικασία χορήγησης βίζας. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ομιλητής περιγράφοντας την εμπειρία Αμερικανικών σπουδαστών στη Θεσσαλονίκη από την επαφή τους με τις Ελληνικές αρχές, «πρέπει να σταματήσουμε να αντιμετωπίζουμε τους φοιτητές ως μετανάστες».               

Οι Βρετανοί, κυρίως, ομιλητές μεταφέροντας τη δική τους εμπειρία, τόνισαν ότι η διεθνοποίηση της τριτοβάθμιας παιδείας που συνεισφέρει στην αύξηση των εσόδων των Βρετανικών πανεπιστημίων τους δίνει την δυνατότητα να ενισχύσουν τον αριθμό και το εισόδημα του απασχολούμενου διδακτικού προσωπικού καθώς και να διατηρήσουν ένα πολύ μεγαλύτερο εύρος προγραμμάτων σπουδών, από ότι θα ήταν εφικτό  αν βασίζονταν μόνο στο γηγενές φοιτητικό σώμα. 

Αξιοσημείωτη ήταν και η παρουσίαση της επικεφαλής του Καλοκαιρινού Προγράμματος του δημόσιου Τουρκικού Πανεπιστημίου του Βοσπόρου Οζλέμ Οζ.  Όπως ανέφερε, παρόλα τα πολλά διοικητικά προβλήματα, το πρόγραμμα, βασιζόμενο στα συγκριτικά προτερήματα του Τουρκικού Πανεπιστημίου και στην βάση ότι είναι αγγλόφωνο και διδάσκουν σε αυτό όχι μόνο Τούρκοι αλλά και αλλοδαποί καθηγητές, το 2013 προσέλκυσε 251 αλλοδαπούς φοιτητές.  Το εν λόγω πρόγραμμα συμπεριλαμβάνει συνεργασία με το πανεπιστήμιο Columbia που επεξεργάζεται τη Βυζαντινή κληρονομιά της Κωνσταντινούπολης.   

Για το δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της παιδείας μίλησε ο κ. Μυλόπουλος

Τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της παιδείας υπερασπίστηκε ο Πρύτανης του ΑΠΘ, καθηγητής Γιάννης Μυλόπουλος, στη στρογγυλή τράπεζα με την οποία ολοκληρώθηκε η ημερίδα με τίτλο «Η Θεσσαλονίκη – Διεθνές Κέντρο Εκπαίδευσης» που διοργάνωσαν χθες ο Δήμος Θεσσαλονίκης, το Βρετανικό Συμβούλιο, το Δίκτυο Ναυαρίνο και το Κέντρο Ευρωπαϊκής Πληροφόρησης EUROPE DIRECT του Δήμου Θεσσαλονίκης. Στη στρογγυλή τράπεζα συμμετείχαν επίσης ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, η Πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, πρώην Επίτροπος ΕΕ και πρώην Υπουργός Παιδείας, Άννα Διαμαντοπούλου, ο αναπληρωτής πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Κολλεγίων, Κωνσταντίνος Τσοτσουμάνος, με συντονιστή τον αναπληρωτή καθηγητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και διευθυντή του Δικτύου Ναυαρίνο, Δημήτρη Καιρίδη.

Στη διάρκεια της συζήτησης ο κ. Μυλόπουλος:

  1. Ανέπτυξε τη διεθνή δράση του ΑΠΘ τόσο στον τομέα της διεκδίκησης ανταγωνιστικών ευρωπαϊκών ερευνητικών προγραμμάτων, όσο και τη σύναψη συμφωνιών με ξένα πανεπιστήμια και την κινητικότητα φοιτητών και καθηγητών στο εξωτερικό.
  2. Παρουσίασε τη δυσχερέστατη κατάσταση του ΑΠΘ και των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων τόσο στον οικονομικό τομέα, όσο και στον τομέα του προσωπικού και της απουσίας αυτοδιοίκησης των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων. Ανέφερε ότι τα πανεπιστήμια, για να μπορέσουν να υπηρετήσουν τον ακαδημαϊκό τους ρόλο χρειάζεται να τους εξασφαλίσει η πολιτεία μέσα, πόρους, προσωπικό και ουσιαστική αυτοδιοίκηση, ωστόσο στην Ελλάδα τίποτα απ’ όλα αυτά δεν υπάρχει.
  3. Εξήγησε ότι ο καθορισμός του αριθμού των φοιτητών, όπως και η διαδικασία επιλογής τους, εξαρτάται απόλυτα από το Υπουργείο Παιδείας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο που να επιτρέπει την προσέλκυση και υποδοχή ξένων φοιτητών.
  4. Όταν ρωτήθηκε επίμονα από τον κ. Καιρίδη γιατί τα πανεπιστήμια, εφόσον βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση, δε βάζουν δίδακτρα, υπεραμύνθηκε του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της παιδείας, επισημαίνοντας πως αποτελεί θεμελιώδη υποχρέωση της πολιτείας η χρηματοδότηση και υποστήριξη των πανεπιστημίων. Και πρόσθεσε πως η συγκεκριμένη συζήτηση στην παρούσα φάση είναι ανεπίκαιρη, καθώς η ελληνική οικογένεια σήμερα δυσκολεύεται να σπουδάσει τα παιδιά της, ακόμα και με το καθεστώς της δωρεάν παιδείας.
  5. Υπογράμμισε πως η επιβολή διδάκτρων θα υπονομεύσει τη θεμελιώδη αρχή της Δημοκρατίας που είναι η ισότιμη πρόσβαση όλων στη γνώση και τη μόρφωση.
  6. Τέλος, τόνισε πως η δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση υπήρξε ο ισχυρότερος μοχλός κοινωνικής ανακατανομής και κινητικότητας στη χώρα μας και υπέρβασης των ταξικών διακρίσεων.