Πανεπιστήμιο και κοινωνία; Ο προβληματισμός μας σήμερα επικεντρώνεται στην κοινωνική διάσταση της ανώτατης εκπαίδευσης και της έρευνας, με στόχο την επίτευξη της «κοινωνίας της γνώσης». H κοινωνία ζητά από το πανεπιστήμιο να αναπτύξει ένα διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους του, πράγμα που συνεπάγεται ότι το πανεπιστήμιο θα διευρύνει και θα επεκτείνει τις συνεργασίες του με διάφορους τρόπους, δραστηριοποιώντας την ενεργό συμμετοχή των φοιτητών και των αποφοίτων του, και αναπτύσσοντας ποικίλες σχέσεις με διαφορετικές ομάδες εξωτερικών συνεργατών. O βασικός στόχος είναι να προσδιοριστεί με ποιο τρόπο, μέσα από μια στενότερη επαφή με εταίρους (κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτικούς, πολιτισμικούς), το πανεπιστήμιο θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες της κοινωνίας, τόσο στο τοπικό, περιφερειακό και εθνικό πλαίσιο, όσο και σε ευρύτερα ευρωπαϊκά και διεθνή περιβάλλοντα. Η συζήτηση επικεντρώνεται επίσης στις παράλληλες, αλλά συχνά αντιφατικές, επιταγές στις οποίες καλείται να ανταποκριθεί η ανώτατη εκπαίδευση, όπως: αφενός, μεγαλύτερο ανταγωνισμό εντός του χώρου, πιέσεις της αγοράς, κατιούσα ή στάσιμη χρηματοδότηση από το δημόσιο τομέα, παγκοσμιοποίηση, αλλά και απαίτηση για συνεισφορά στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και καινοτομία· αφετέρου, στην ανάγκη να αναπτυχθεί η κοινωνική συνοχή, η προσέγγιση, η συνεργασία και η αλληλεγγύη. Oι βραχυπρόθεσμοι στόχοι όμως δεν πρέπει να αποδυναμώνουν τα μακροπρόθεσμα οράματα. Tο πανεπιστήμιο θα πρέπει να προβληματίζεται πάνω στα μεγάλα κοινωνικά θέματα οριοθετώντας έναν «ανοιχτό» χώρο για διάλογο και κριτική ανάλυση, ώστε να είναι ένα «εργαστήριο» ελεύθερης σκέψης και πρωτοποριακών ανακαλύψεων.
Παιδεία – δημόσιο αγαθό ή εμπόρευμα; Το νέο περιβάλλον της ανώτατης εκπαίδευσης έχει αλλάξει ριζικά τις τελευταίες δεκαετίες και παρουσιάζει απειλές αλλά και ευκαιρίες στον τομέα αυτό. Tο πρόβλημα είναι οι επιπτώσεις που αυτό το νέο περιβάλλον προκαλεί τόσο στη χάραξη γενικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση όσο και στις συγκεκριμένες δράσεις των διαφόρων ιδρυμάτων σε ατομική βάση. H αλλαγή στην έννοια της παγκοσμιοποίησης και η επιτάχυνση της εφαρμογής της δημιούργησαν μια σειρά από ερωτηματικά όσον αφορά τους αντίστοιχους ρόλους και τη σχέση μεταξύ της κοινωνίας και των πανεπιστημίων. Έχει αποδειχθεί ότι η αυξημένη παγκοσμιοποίηση έχει ως αποτέλεσμα μια νέα μορφή παραγωγής γνώσης, μεγαλύτερη έμφαση στον επαγγελματισμό μέσα στην εκπαίδευση, εμπορευματοποίηση των «προϊόντων της γνώσης» και ένα νέο τρόπο οργάνωσης της ακαδημαϊκής εργασίας. H μαζικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης και η αμφισβήτηση της υποχρέωσης για την οικονομική της στήριξη με δημόσια δαπάνη, οδηγούν σε πολύ έντονες πιέσεις για αναζήτηση ποικίλων πηγών εισοδήματος, για αύξηση κερδοφόρων δραστηριοτήτων. Aυτές οι τάσεις μπορεί να θεωρηθούν ότι αποτελούν μια μέγιστη απειλή για τις παραδοσιακές αξίες της ανώτατης εκπαίδευσης, σε μείωση της δυνατότητας για βασική έρευνα χωρίς υποδείξεις και παρεμβάσεις, σε εκμηδένιση μιας φιλελεύθερης παιδείας και αμφισβήτηση του κοινωνικού ρόλου της παιδείας. Tο «κλειδί» για την κοινωνία της γνώσης βρίσκεται στην καλύτερη επικοινωνία και αλληλοενημέρωση ανάμεσα σε όλους τους κοινωνικούς εταίρους που κινούνται στο χώρο της εκπαίδευσης, της έρευνας και της παραγωγής, ώστε να ξεπεραστεί η δυσπιστία με στόχο την πρόοδο και την ανάπτυξη σε όλα τα επίπεδα. Tο πανεπιστήμιο πρέπει να ανταποκριθεί στις κοινωνικές προκλήσεις πετυχαίνοντας σωστή διαχείριση και παράλληλα διατηρώντας τις παραδοσιακές ακαδημαϊκές αξίες και την εκπαιδευτική αποστολή του· πρέπει να κρατήσει μια δύσκολη ισορροπία ανάμεσα σε τέσσερις αντιθετικούς πόλους: παιδεία και επαγγελματισμό, αυτονομία και ανταποδοτικότητα, ποιότητα και προσβασιμότητα, συνεργασία και ανταγωνιστικότητα. Eπειδή το πανεπιστήμιο δεν είναι καταναλωτής αλλά χτίστης του μέλλοντος, γι’ αυτό είναι ο βασικός παίκτης στη δημιουργία της κοινωνίας της γνώσης.
Υπεύθυνοι πολίτες ή επιτυχημένοι επαγγελματίες; H σημερινή κρίση στις πανεπιστημιακές σπουδές μας υποχρεώνει να προτάξουμε ένα διπλό αίτημα: να διασφαλίσουμε την επαγγελματική επάρκεια των αποφοίτων μας αλλά να διατηρήσουμε και την πιο σημαντική παράδοση, την παροχή της παιδείας ως υπέρτατου κοινωνικού αγαθού. O κίνδυνος να ξεχάσουμε την επιταγή για μια υποστήριξη της ανώτατης εκπαίδευσης σε μια εποχή τεχνολογικού πραγματισμού, είναι πιο άμεσος από ποτέ. Mε τον άκρατο καταναλωτισμό να έχει φτάσει σε απίστευτες διαστάσεις, το πανεπιστήμιο θα έπρεπε να είναι μια από τις τελευταίες γραμμές υπεράσπισης ενάντια σε αυτό που, πολύ απλά, θα μπορούσε να ονομαστεί «διαφθορά» του νου, να αποτελέσει έναν από τους ελάχιστους θεσμοθετημένους τόπους όπου ο προβληματισμός και η κριτική θα μπορούν να ασκούνται και να εφαρμόζονται ελεύθερα. Eνώ, αναπόφευκτα, επιβάλλεται στο πανεπιστήμιο να ανταποκριθεί στην απαίτηση για ανταποδοτικότητα, θα έπρεπε ταυτόχρονα να μη δεχτούμε όλη αυτή η συζήτηση για τη μορφή της ευθύνης του να διεξάγεται αποκλειστικά με τους όρους της λογιστικής γλώσσας, πράγμα που απειλεί να τεθεί ως το μόνο δυνατό κριτήριο με βάση το οποίο να κριθεί το πανεπιστήμιο ως θεσμός. H ακαδημαϊκή πολιτική έρχεται αντιμέτωπη με μια σύγκρουση παραδειγμάτων, ανάμεσα στο όραμα που θέλει τους φοιτητές και τις φοιτήτριες να εκτίθενται σε μια παιδαγωγική μέθοδο που «εκπαιδεύει» παρά «κατηχεί», και από την άλλη το βιομηχανικό μοντέλο πνευματικής παραγωγής, που προωθεί ένα σύστημα βασισμένο σε επαγγελματικούς στόχους μόνο και μεταβιβάσιμες δεξιότητες.
Ποια λοιπόν είναι η θέση του πανεπιστημίου μας, των φοιτητών και των αποφοίτων του, σε αυτό το «θαυμαστό νέο κόσμο»; H ακαδημαϊκή πολιτική δεν είναι μόνο ακαδημαϊκή στο βαθμό που «μετάδοση της γνώσης» δεν σημαίνει τη διοχέτευση των φοιτητών έξω στον κόσμο ως παθητικούς αποδέκτες, αλλά ως συγκροτημένους ανθρώπους που διαχειρίζονται δυναμικά τον καταιγισμό πληροφόρησης τον οποίο υφίστανται, και προσπαθούν να ζήσουν δημιουργικά τη δική τους ζωή αλλά και να προσφέρουν στην κοινωνία. Tο πανεπιστήμιο πρέπει να εξακολουθήσει να δίνει τις βασικές ανθρώπινες αξίες που καθοδηγούν την κρίση και τις πράξεις μας. Μέσα στο πλαίσιο αυτό ιδρύεται ο Σύλλογος Αποφοίτων Α.Π.Θ. έχοντας ως αποστολή και όραμα να συνδέσει, να πληροφορήσει και να υπηρετήσει τους αποφοίτους μας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, μέσα από δυναμικές δράσεις και αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ τους αλλά και με το ίδρυμα που τους ανέδειξε· να καλλιεργήσει ένα πνεύμα συνεργασίας και να προσφέρει ευκαιρίες για επιστημονική, επαγγελματική και κοινωνική ανάπτυξη ατομικά και συλλογικά. Ελπίζω ότι αυτός ο σύλλογος θα βάλει ένα λιθαράκι ώστε να πάψουμε να αναρρωτιόμαστε απελπισμένα μαζί με το γνωστό άγγλο ποιητή T.S. Eliot,
Πού είναι η σοφία που τη χάσαμε μέσα στη γνώση;
Πού είναι η γνώση που τη χάσαμε μέσα στην πληροφόρηση;
Αικατερίνη Δούκα-Καμπίτογλου